Στα 2,5 χλμ. ΝΔ του Αργυροπουλίου, βρίσκεται το ποτάμι Μάτι με τη λίμνη του, γνωστή ως Μάτι του Τυρνάβου, ενώ βρίσκεται στην κτηματική περιοχή του Αργυροπουλίου. Οι Αργυροπουλίτες την αποκαλούμε Γυαλί του Αργυροπουλίου.
Οι πηγές της βρίσκονται στις υπώρειες της λοφοσειράς της Μελούνας και αμέσως μετά τις πηγές σχηματίζεται η λίμνη με εμβαδό περίπου 500 στρ. Η λίμνη περιβάλλεται από πλατάνια, ιτιές, καλαμώνες και βάλτους και από ψηλά έχει εντυπωσιακή εμφάνιση. Στην Αρχαιότητα ονομαζόταν Ευρωπός, δηλαδή Μεγαλομάτης (ευρύς + ώψ) και ίσως αυτό να είναι μία άλλη ετυμολογία της σημερινής ονομασίας Μάτι.
Η λίμνη είναι η μοναδική φυσική πηγή που απέμεινε στη Θεσσαλία, μετά την αποξήρανση της Βοιβηίδας (Κάρλας), με βάθος γύρω στα 6-10 μέτρα. Τα νερά της πηγής, στη συνέχεια της ροής τους, αποτελματώνονται και, κάτω από τα βρύα και τα καλάμια, αποκτούν ένα σκούρο, σχεδόν μαύρο χρώμα, λόγω του υπεδάφους σε κάποια σημεία, ενώ σε άλλα είναι διαυγή και καθαρά. Συμβάλει με τον Ξηριά του Τυρνάβου (Τιταρήσιο) που εκβάλλει στον Πηνειό, σε μία θέση στην περιοχή της Ροδιάς.
Η συνολική έκταση της λίμνης είναι 469,26 στρέμματα. Η λίμνη τροφοδοτείται από τα νερά της πηγής Μάτι όπου υπάρχουν θυροφράγματα και αυλάκια ώστε να ελέγχεται, κατά κάποιο τρόπο, η ροή του νερού. Η βλάστηση που κυριαρχεί είναι το πουρνάρι, το παλιούρι, η αγριελιά, η λεύκες, ιτιές, καλάμια η παπαρούνα και το χαμομήλι. Στην χορτολιβαδική έκταση η βρούβα, η βρόμη, η αγριάδα, η μολόχα και ο ζοχός. Κυρίαρχα είναι όμως τα μεγάλα πλατάνια και οι λεύκες, όπου κρύβονται διάφορα φίδια: οχιά, δενδρογαλιά, σπιτόφιδο και γκαβόφιδο.
Στα νερά της ζούσαν ψάρια, χέλια, καραβίδες, φρύνοι, νεροχελώνες, βατράχια, νερόφιδο ακόμη και ενυδρίδες (βίδρες). Άλλοτε φιλοξενούνταν στο εδώ οικοσύστημα τα σπάνια είδη ασημένια πάπια και αργυρό πουλί.
Από τα ψάρια, ήταν ενδημικά οι σύρτες, τα σαζάνια, τα κεφαλόπουλα και τα χέλια. Ονομαστή ήταν η καραβίδας του γλυκού νερού (Astacus Flaviatilis). Αφθονία υπήρχε και σε έντομα όπως λεπιδόπτερα, υμενόπτερα ορθόπτερα, δίπτερα και κολεόπτερα. Η ύπαρξη τροφής έκανε τον χώρο κατάλληλο για διαβίωση, αναπαραγωγή και εποχιακή διαμονή ειδών ορνιθοπανίδας.
Η παλιά κοίτη του ποταμού Μάτι προσφέρονταν, κάποτε, για περιπάτους και ερασιτεχνικό ψάρεμα καραβίδας, ειδικά την Πρωτομαγιά και την εορτή της Αναλήψεως, στην εορτή της εδώ εκκλησίας.
Το καλοκαίρι του 1992, δυστυχώς, σε μία περίοδο μεγάλης ξηρασίας, ο τότε νομάρχης της Λάρισας αποφάσισε να αδειάσει η λίμνη για την άρδευση των βαμβακοφυτειών στην περιοχή του Χαροκόπου. Οι επαΐοντες του είπαν ότι λόγω της μεγάλης απόστασης, το μισό νερό θα εξατμιζόταν και το άλλο μισό θα το απορροφούσε το αυλάκι της μεταφοράς. Η επιμονή του νομάρχη έφερε την καταστροφή. Μετά την αφαίρεση των νερών του ποταμού, τα φυτοφάρμακα των γύρω χωραφιών και αμπελιών έφτασαν στον πυθμένα της λίμνης και τον μόλυναν, καταστρέφοντας όλη την πανίδα. Αργότερα, μία ομάδα φίλων του περιβάλλοντος έκαναν σοβαρές προσπάθειες να διορθώσουν το κακό. Έβαλαν γόνους ψαριών, χελιών και καραβίδας και όλοι ευχηθήκαμε να έχουν αίσια αποτελέσματα, να μην πάνε χαμένοι όλοι αυτοί οι κόποι. Δυστυχώς, όμως, ούτε οι προσπάθειες ούτε οι ευχές είχαν κάποιο θετικό αποτέλεσμα.
Πέρασαν περισσότερα από 10 χρόνια και η ζωή στη λίμνη άρχισε σιγά-σιγά να επανέρχεται. Σύμφωνα με ειδική περιβαλλοντική μελέτη της κοινότητας του Αργυροπουλίου, ο υγρότοπος φιλοξενεί εποχιακά 76 είδη ορνιθοπανίδας, από τα οποία 31 είναι ενδημικά και τα υπόλοιπα διερχόμενα. Ορισμένα είναι σπάνια και προστατεύονται από την Εθνική και Κοινοτική νομοθεσία. Τα ψάρια της λίμνης είναι οι σύρτες, τα κεφαλόπουλα, οι μπριάνες, τα χέλια, οι μαύρες καραβίδες (και για ένα διάστημα κόκκινες τούρκικες), τα πλατοσάζανα (ιταλικά ψάρια που τα έφεραν από άλλη λίμνη και δεν αφήνουν γόνους). Όλα αυτά έπαθαν μεγάλη καταστροφή λόγω της έλλειψης βροχόπτωσης του 2016. Υπάρχουν επίσης στην περιοχή ζαρκάδια, αγριογούρουνα, άγρια άλογα, αλεπούδες εφόσον στη γύρω περιοχή υπάρχουν ορνιθοτροφεία και τροφεία με γαλοπούλες. Επίσης στάβλοι με γουρούνια, πρόβατα, γίδες και αγελάδες.
Η δριστέλλα
Σε μικρή απόσταση από την πηγή υπάρχει ένας νερόμυλος και μία δριστέλα (νεροτριβή), για το κλινοσκεπασμάτων, και παλαιότερα ένα μαντάνι για ραφινάρισμα των υφαντών. Πολλοί κάτοικοι των γύρω περιοχών έρχονται τους καλοκαιρινούς μήνες για να πλύνουν τις κουβέρτες και τα χαλιά με τον παλιό παραδοσιακό τρόπο πλυσίματος. Η συνολική κοίτη με τις όχθες της αποτελεί πηγή αισθητικής απόλαυσης και ομορφιάς και είναι προορισμός εκδρομών, τόπος εορτών κ.λπ.
Τα μαντάνια δεν λειτουργούν, ωστόσο οι νεροτριβές παραμένουν. Υπάρχουν και παραδοσιακά ξύλινα υπαίθρια πλυντήρια για το πλύσιμο, κυρίως μεγάλων σκεπασμάτων και χαλιών. Για 47 χρόνια τη νεροτριβή ενοικιάζει και συντηρεί ο Αργυροπουλίτης Ανδρέας Βογιατζής με τη σύζυγός του Αλεξάνδρα με τα παιδιά τους. Το όνομα του Ανδρέα Βογιατζή είναι συνυφασμένο με τις δριστέλλες. Είναι μία οικογενειακή επιχείρηση. Η διαδικασία είναι ίδια αιώνες τώρα. Ο χρήστης μεταφέρει τις φλοκάτες, τις κουβέρτες, τα χαλιά και ό,τι άλλο θέλει να πλύνει. Στη συνέχεια χρησιμοποιώντας απορρυπαντικό τα ρίχνει μέσα στη νεροτριβή. Ρωτήσαμε τον κ. Βογιατζή και μας είπε ότι η διαδικασία του πλυσίματος διαρκεί 15 με 20 λεπτά. Στη συνέχεια τα πλυμένα ρούχα μεταφέρονται σε ειδικό διαμορφωμένο χώρο πάνω σε σύρματα ώστε με τη βοήθεια του ηλίου να στεγνώσουν.
Ο νερόμυλος της Γρήμνιανης
Στην περιοχή αναφέρεται ένας μεσαιωνικός οικισμός, η Γρίμνιανη. Η πληροφορία είναι έμμεση. Στην επανάσταση των βλαχόφωνων της Λάρισας, του έτους 1066, μεταξύ των ηγετικών στελεχών συμπεριλαμβανόταν και ο Ιωάννης Γριμνιανίτης, όπως αναφέρει ο Κεκαυμένος στο Στρατηγικό του [74]. Το πατριδωνύμιο δηλώνει ότι καταγόταν από τη Γρήμνιανη.
Ο οικισμός κατοικούνταν και μέχρι το 1570, αφού αναφέρεται στις απογραφές των απογραφών της περιόδου 1506-1570. Στην περιοχή υπήρχε και ένα μετόχι της Μονής Ολυμπιώτισσας της Ελασσόνας, με το μονύδριο των Ασωμάτων Ταξιαρχών. Το μετόχι αυτό αναφέρεται στο χρυσόβουλο του 1336 του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Γ΄ Παλαιολόγου, με το οποίο κατοχυρώθηκαν οι ιδιοκτησίες της Ολυμπιώτισσας. Τις ιδιοκτησίες της Ολυμπιώτισσας επικύρωσε και ο πρίγκιπας Ροδόλφος Κατακουζηνός το 1730, όπως αναφέρεται στο βιβλίο του Ευάγγ. Σκουβαρά, Ολυμπιώτισσα (Αθήναι 1967, σ. 493-498, 519-522).
Η πεζογέφυρα και τα θυροφράγματα (φωτ.2009)
Πηγή: ΕΝΤΥΠΗ LARISSANET