Πρωτόγνωρες εισροές νερού από τη λίμνη Κάρλα παρατηρούνται στον Παγασητικό Κόλπο, έξι μήνες μετά τις καταστροφικές πλημμύρες που προκάλεσε η κακοκαιρία «Daniel» στη Θεσσαλία.
Οι ειδικοί επισημαίνουν πως πρόκειται για ανησυχητικό γεγονός, καθώς είναι δύσκολο να προβλεφθεί το μέγεθος των επιπτώσεων που θα έχει αυτή η τεράστια εισροή σε ένα κλειστό οικοσύστημα. Την ανησυχία επιτείνουν οι εκτιμήσεις, σύμφωνα με τις οποίες ενδέχεται να χρειαστούν ακόμη και δύο χρόνια για να αδειάσει η Κάρλα από το νερό που έχει συγκεντρωθεί σε αυτήν.
Υπενθυμίζεται, άλλωστε, ότι η έκταση της λίμνης πενταπλασιάστηκε μετά τις πλημμύρες: από 35.000 στρέμματα που ήταν πριν από τον «Daniel», έφτασε τα 180.000 στρέμματα στις αρχές Οκτωβρίου του 2023, ενώ πριν από σχεδόν ενάμιση μήνα η έκτασή της ήταν περίπου 140.000 στρέμματα. Πλέον, υπολογίζεται ότι στον Παγασητικό καταλήγουν καθημερινά, μέσω σήραγγας, περίπου 700.000 κυβικά μέτρα νερού από τη λίμνη.
Εισροές γλυκού νερού
Επιστήμονες του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, το οποίο διεξάγει έρευνες στην περιοχή, υποστηρίζουν ότι η κατάσταση αυτή ενδέχεται να αλλοιώσει τη φυσιογνωμία του κόλπου. Οπως επισημαίνει ο Δημήτρης Βαφείδης, καθηγητής Θαλάσσιας Βιοποικιλότητας στο Τμήμα Ιχθυολογίας και Υδάτινου Περιβάλλοντος του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, ο Παγασητικός συνιστά μια ιδιαίτερη περίπτωση:
«Εχουμε συνεχώς εισροές γλυκού νερού σε ένα οικοσύστημα στο οποίο αυτό δεν συνέβαινε πριν. Δεν είναι όπως για παράδειγμα ο Θερμαϊκός Κόλπος, στον οποίο εκβάλλουν επί αιώνες τέσσερα ποτάμια. Κανείς δεν γνωρίζει πού μπορεί να οδηγήσει αυτό, καθώς δεν υπάρχει προηγούμενο μιας τέτοιας κατάστασης».
Την ίδια στιγμή, μεγάλο ερωτηματικό παραμένει η ποιότητα του νερού που εκβάλλει στον κόλπο. Ομάδα του Πανεπιστημίου πραγματοποιεί δειγματοληψίες για να εξαγάγει συγκεκριμένα συμπεράσματα σε σχέση με την ποιότητα του νερού, του ιζήματος, των αλιευμάτων και την κατάσταση των θαλάσσιων οικοσυστημάτων που περιλαμβάνει ο Παγασητικός, ενώ επιστήμονες του Τμήματος Ιχθυολογίας, με επικεφαλής τον Δημήτρη Βαφείδη, είχαν πραγματοποιήσει επιτόπια έρευνα και αμέσως μετά την καταστροφή, τον Σεπτέμβριο του 2023. Η εικόνα που είχαν αντικρίσει τότε ήταν αποκαρδιωτική και τα αποτελέσματα των αναλύσεων εξέπεμπαν σήμα κινδύνου.
Η παροχέτευση υδάτων από τη λίμνη Κάρλα προκαλεί περιβαλλοντικούς προβληματισμούς, είναι όμως απαραίτητη για την επιβίωση των αγροτών.
Εξαιτίας της υπερχείλισης έχουν καλυφθεί δεκάδες χιλιάδες στρέμματα γης, τα οποία σήμερα δεν μπορούν να καλλιεργηθούν. Για τον λόγο αυτόν ο περιφερειάρχης Θεσσαλίας Δημήτρης Κουρέτας πρότεινε τη διάνοιξη σήραγγας, μέσω της οποίας τα νερά της Κάρλας θα καταλήξουν στο Αιγαίο, κοντά στην περιοχή Καμάρι.
Οπως έχει επισημάνει, «η σήραγγα αυτή θα έχει ως πλεονέκτημα το οριστικό τέλος της παροχέτευσης υδάτων της Κάρλας προς τον Παγασητικό Κόλπο και το τέλος των δικαιολογημένων αντιδράσεων των κατοίκων της Μαγνησίας, διότι ο Παγασητικός – αν και τμήμα του Αιγαίου – είναι αρκετά κλειστός κόλπος και εγείρονται συχνά ζητήματα σχετικά με την ποιότητα των υδάτων και των αλιευμάτων του και τον αντίκτυπο στην τουριστική ανάπτυξη της περιοχής».
Σε δεύτερο χρόνο ο περιφερειάρχης σημείωσε ότι «το 1960, όταν σχεδιάστηκε η αποξήρανση της Κάρλας, το έργο που οδηγεί το νερό στον Παγασητικό, τότε, ίσως ήταν καλό. Οχι, όμως, σήμερα με την πιθανή επιβάρυνση του Παγασητικού».
Στο μεταξύ, την προηγούμενη εβδομάδα αποχώρησε από την περιοχή το πλοίο «Τυφώνας» του Ιδρύματος Αθανασίου Κ. Λασκαρίδη, το οποίο είχε σπεύσει αμέσως μετά την καταστροφή για να συνδράμει τις πληγείσες περιοχές.
Το 35μελές πλήρωμά του παρέμεινε εκεί επί 178 ημέρες, καθαρίζοντας τις ακτές της Μαγνησίας, στις οποίες μετά τις πλημμύρες είχαν συγκεντρωθεί – και σε ορισμένες περιπτώσεις παρέμεναν μέχρι πρόσφατα – μεγάλες ποσότητες ξύλων, τεράστιος όγκος απορριμμάτων και φερτών υλικών.
Ο απολογισμός του έργου επιβεβαιώνει τη σοβαρή επιβάρυνση που δέχτηκε το θαλάσσιο περιβάλλον: από 112 παραλίες συλλέχθηκαν περισσότερα από 6,1 εκατομμύρια τεμάχια απορριμμάτων, κυρίως κομμάτια από μικρά πλαστικά που απειλούν τα θαλάσσια οικοσυστήματα, με συνολικό βάρος μεγαλύτερο των 51 τόνων και όγκο ίσο με 16 εμπορευματοκιβώτια.